Πέμπτη 8 Απριλίου 2010

Ντάλιου Διονυσία, Ασέληνος Νυχτωδία, εκδ. Ομήγυρις


Ταξιδιωτικά σχήματα που κινητροδρομούν εσωτερικές αναμοχλεύσεις της ψυχής.
Τοπία ενσωματώνονται στην ποιητική συνείδηση, οι αποχρώσεις της όρασης συνδιαλέγονται με τις αποχρώσεις του ψυχισμού δίνοντας στην ποιητική εικόνα μια δύναμη έδρασης και μια ζωντάνια αναφοράς.
Με το πρώτο της βιβλίο τη Διονυσία Ντάλιου μας ταξιδεύει στο παρελθόν των ταξιδιών μέσα από το παρόν της ποίησης. Το ταξίδι φωτογραφίζει τη ψυχή και την κινητοποιεί, ενώ το τοπίο ή το όνομα παραμένει στο επίπεδο του συμβόλου ή της αναφοράς.

Ο χρόνος για την Ντάλιου είναι ο κατ’ εξοχήν βιωματικός χρόνος:
Πόσο μου έλειψε ο χρόνος σου
που ήξερε να ξεμπλέκει
μπλούζες χοντρές, χειμωνιάτικες
(π. «Στιγμή»)

ή οι ποιοτικές ανατροπές του χρόνου που συνιστούν τη βιωματική του διάσταση:

Πώς ο χρόνος αλλάζει στο χι του όχι σου,
γυρίζοντας ανάσκελα και πέφτοντας στο πάτωμα
(π. «Το γκαρσόνι»)

Ο χρόνος τελικά ως διάσταση έχει για την ποιήτρια μια πεπερασμένη διάρκεια, αποτελεί σε τελευταία ανάλυση ένα κομμάτι της μνήμης, με ιδιότυπο στη σύλληψη χρώμα. «Τα εσώτερα του χρόνου» της Ντάλιου είναι τα εσώτερα της υπαρξιακής διαύγειας. Είναι και μια αναζήτηση του ανθρώπου, του ανθρώπινου χρόνου, που "ξέρει να ξεμπλέκει μπλούζες χοντρές, χειμωνιάτικες", αλλά και μια συνειδητοποίηση της απώλειας, που ο χρόνος σαν τριβή φέρνει στην επιφάνεια, αλλάζοντας τους ήχους και τελικά "σερβίροντας την αλήθεια".
Η υπαρξιακή πορεία είναι μια πορεία ανάγνωσης της αλήθειας, με όλη την οδύνη που αυτή συνεπάγεται:

Τα αισθήματα αναβλύζουν στην ποίησή της, ταξιδεύουν μαζί με τον κόσμο, αλλά ταυτόχρονα περιβάλλονται από το γυαλί της αυτογνωσίας, παραμένουν εντός της πηγής, αυστηρά προσωπικά. Η ποίηση της εφορμάται από το βίωμα, κατόπιν το στοχάζεται, παίρνοντας έτσι ένα μεταβιωματικό στοχαστικό χαρακτήρα.

Η συνδιαλλαγή του ονειρικού κόσμου με τον καθημερινό και ο παράγων της αυθαιρεσίας που υπεισέρχεται στις ερμηνευτικές προσεγγίσεις, αλλά και η δυναστεία της βιωματικής μνήμης πάνω στις εξωθήσεις του ενστίκτου που γνωρίζει τις βασικές μας ανάγκες απασχολούν τη ποιήτρια στα ποιήματα "Ανερμήνευτο" και "Η ελεγεία της χαράς".

Ηδονή και οδύνη.
Ηδονή με χιλιάδες αρώματα και ευτυχισμένες ανθρώπινες στιγμές, που βιώνουμε λαθραία έναν παράδεισο και γίνονται σκιές που τρεμοπαίζουν στο ίσκιο μας όταν ο πόνος επανέρχεται "περιχαρής", όταν "Όλες οι μέρες μας κρύβονται στο γκρεμό".
Ο θάνατος σαν τέλος, περάτωση και παρακμή. Δεν είναι ο οντολογικός θάνατος, αλλά ο υπαρξιακός, η βίωση του αδιεξόδου, της περάτωσης. Ο κόσμος όμως είναι "ανάγλυφος" και παίρνει το σχήμα της επιβίωσης μέσω της προσαρμοστικότητας. Ούτε λύτρωση ούτε οδύνη, καμιά δόξα ή υπέρβαση, αλλά:

Ήχοι που χάνονται άδοξα
μέσα στου απέραντου
την προσαρμοστικότητα
(π. "Ανάγλυφο")

Στην προσαρμοστικότητα επιπλέουν το αζημίωτο, ο "ήχος του σφάλματος", τα λάφυρα. Παραμονεύει όμως πάντα η απόγνωση. Η ανθρώπινη παρουσία, αλλά και η ανθρώπινη απουσία βαραίνουν και συνθλίβουν. Το καταφύγιο και πάλι η αλήθεια:

Ποίημα «Κατάματα»:

Όλη η αλήθεια μου
σωριάστηκε στο πάτωμα.
Όλοι πήραν ό,τι μπόρεσαν.
Δίψασα.
Νυχτώνει νωρίς πλέον.
Οι αίλουροι φωλιάζουν.
και κοιμούνται στα τάρταρα.
Όσοι άγγελοι μ’ άγγιξαν
Έχουν τώρα πεθάνει.
Αρχίζω.


Τρυφερά ποιήματα, όπως η "Δέηση", η "Συμπαράσταση" διακοσμούν τη συλλογή με μουσικούς αναβαθμούς και φέρνουν στο νου ηλικίες που πέρασαν μαζί με την αθωότητά τους.

Ένας εκλεπτυσμένος σαρκασμός διαπερνά τα ποιήματα "Απάντηση σ' ένα γράμμα που δεν στάλθηκε ποτέ", "Το χαμόγελό σου", "Απώλειες", "Γενέθλιος μέρα", όταν φτάνει να παζαρεύεται το συναίσθημα με την αλλοτρίωση, όταν καταφανώς μειοδοτεί μέχρι παραμυθίας.

Η Διονυσία Ντάλιου βλέπει τον κόσμο με το μάτι της ύπαρξης. Κατ' εξοχήν υπαρξιακή, μετουσιώνει τον περιβάλλοντα κόσμο σε διερευνητικούς στοχασμούς, σε λυτρωτικές απολήξεις, καθοδηγούμενη απ' την ανάγκη να διασωθεί η γνησιότητα του αισθήματος, τα πράγματα να μπουν στη σωστή σειρά, εκείνη που οδηγεί στη βαθιά γνώση της αλήθειας.


Δημήτρης Παλάζης, 16/01/2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου