Τετάρτη 7 Απριλίου 2010

Ν.Γ. Πεντζίκης, Ο Πεθαμένος και η Ανάσταση, εκδ. Άγρα


Ο Ν.Γ. Πεντζίκης (1908 - 1993) μας πληροφορεί στο τέλος του βιβλίου ότι το έγραψε το 1938. Το κείμενο όμως εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να διατηρεί τη ζωντάνια του και να προτείνεται από τους καθηγητές της λογοτεχνίας σαν ένα πρωτοποριακό κείμενο για την εποχή του, που πρέπει ενταχθεί στον ελληνικό λογοτεχνικό κανόνα.

Ο συγγραφέας πληροφορείται από τις εφημερίδες ότι ένας νέος αυτοκτόνησε και το γεγονός αυτό γίνεται η αφορμή να ξεκινήσει και να ολοκληρωθεί η περιπέτεια της γραφής που ονομάζεται «Ο Πεθαμένος και η Ανάσταση».
Το βιβλίο διανθίζεται με σκηνές από τις προσωπικές ιστορίες του συγγραφέα, δραματικές μνήμες του, αλλά και του ήρωα του. Οι μεν εισχωρούν στις δε, οι μεν διαδέχονται τις δε. Μάλιστα η ιστορία του νέου που αυτοκτόνησε δρα πολλές φορές σαν ανακουφιστικό στοιχείο, παρηγορητικό στον συγγραφέα.
Ο Ν.Γ. Πεντζίκης θέτει στο κείμενό του και το γενικότερο θέμα της γραφής. Κάνει κριτική μιας πιθανής γλαφυρής διήγησης της αυτοκτονίας του νέου, που θα του εξασφάλιζε μεν εμπορική συγγραφική επιτυχία, στοχεύοντας στην τέρψη και τη διασκέδαση του αναγνωστικού κοινού, αλλά μια τέτοια γραφή θα αφαιρούσε το πραγματικό μέγεθος του συγγραφέα. Θεωρεί τη ρεαλιστική γραφή της εποχής του άκαρδη. Προβληματίζεται για το σύνολο της λογοτεχνίας και της λογοτεχνικής παραγωγής: «τι χρειάζεται στο κάτω κάτω της γραφής η λογοτεχνία;» Θυμώνει που βλέπει κάθε παράθεση ανθρώπινης δυστυχίας, ανθρώπινου πόνου να σβήνει, να ξεχνιούνται όλα κάτω απ’ τη σελίδα που γυρίζει.
Συνεχίζει με τον προβληματισμό, πώς πρέπει να σκηνοθετήσει την αυτοκτονία του ήρωα του, χρησιμοποιώντας το διαθέσιμο υλικό από την εφημερίδα που διάβασε. Σκέφτεται για το μερίδιο της φαντασίας που παρεμβαίνει στις ανθρώπινες πράξεις και το οποίο αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα, όταν αυτές πρόκειται να αποβούν μοιραίες.
Ανιχνεύει την καταγωγή του ήρωα του, ώστε να βρει μέσω αυτής την ηθική στάση που θα όφειλε να κρατήσει μετά την αποτυχία του με την κοπέλα που αγαπούσε. Εξιστορεί εκτεταμένα τη γενεαλογία του και καταλήγει σχολιάζοντας τη ίδια του τη γραφή: «Αρχίζω να βαριέμαι αυτή τη συγγραφή. Σε μάκρος μ’ έμπλεξε η γενεαλογία του ήρωα, που θέλησα να παρουσιάσω κάνοντας το σχήμα του».
Σχολιάζει το βιωματικό χαρακτήρα της γραφής του, εμπλέκει άτομα του οικογενειακού του περιβάλλοντος, όπως η αδερφή του, σε μια προσπάθεια ν’ αποτυπώσει τη συγκίνηση ακριβώς όπως τη δοκιμάζει μέσα του.
Παρεμβάλλεται ο δοκιμιακός λόγος, όπως όταν μιλάει για τη νουβέλα του Ιβάν Μπούνιν, ο Μίτια. Εντοπίζει ότι το κείμενο εστιάζεται στις διαφορές και δεν διακρίνει τις ομοιότητες, τη μεγάλη κοινότητα που υπάρχει στα πράγματα. Παρακάτω μιλάει για τον Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι.
Το κείμενο αποπνέει θρησκευτικότητα, περιέχει αναφορές στην ορθόδοξη χριστιανική παράδοση, στους ψαλμούς, στους χαιρετισμούς. Η θρησκευτικότητα παραδίδει τη σκυτάλη σε στιγμές που θυμίζουν θρύλους και παραδόσεις του λαού.

Προσπαθώντας να μεταδώσει το ισοδύναμο της απευθείας κάθε φορά αίσθησης ο λόγος του Ν. Γ. Πεντζίκη πραγματώνεται σε εξαιρετικές ποιητικές στιγμές, θεμελιωμένες στην άριστη γνώση της γλώσσας και στο πλούσιο λεξιλόγιο που διαθέτει. Μάλιστα η άριστη γνώση του φυτικού βασιλείου χρησιμοποιείται για να μεταδώσει προς το τέλος του βιβλίου το πνεύμα της Ανάστασης.
«Η βάρκα γεμίζει τραγούδια», «θαλασσόχορτα, γιαλόχορτα, Ποσειδωνίες, Παδίνες και Ακεταβουλαρίες». Αλλού υψώνονται «ροδακινιές, βερικοκιές, αμυγδαλιές, καϊσιές, δαμασκηνιές». Όλα αυτά τα δέντρα βγάζουν ένα δάκρυ που στάζει πάνω στον καρπό του Ν. Γ. Πεντζίκη!

Δημήτρης Παλάζης, 28/03/2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου