Τετάρτη 7 Απριλίου 2010

Κλίφορντ Γκηρτζ, Διαθέσιμο Φως, εκδ. Αλεξάνδρεια 2009


Στο «Διαθέσιμο Φως» συγκεντρώνονται μερικά από τα πιο σημαντικά δοκίμια του αμερικάνου ανθρωπολόγου και στοχαστή Κλίφορντ Γκηρτζ (1926-2006). Είναι γραμμένα σε γλώσσα που στερείται την γνωστή ακαδημαϊκή ξηρότητα, που έχουμε συνηθίσει, ιδιαίτερα στην Ευρώπη και παρουσιάζουν ένα πανόραμα του σύγχρονου πνευματικού τοπίου, καθόσον περιλαμβάνονται θέματα και ερωτήματα που απλώνονται, πέραν της ανθρωπολογίας, στους τομείς της φιλοσοφίας, της ψυχολογίας, της κοινωνιολογίας, της επιστημολογίας κ.ο.κ.

Στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου, «Πέρασμα και απρόοπτο: Μια ζωή μαθητείας», ο συγγραφέας μας εντοπίζει αυτοβιογραφικά μεγέθη και συγκυρίες που έπαιξαν θεμελιώδη ρόλο στην διαμόρφωση της σκέψης του και τον κατεύθυναν στις σπουδές, στην καριέρα και στις προσωπικές αναζητήσεις του. Θέτει δηλαδή ενώπιόν μας τον ιστορικό εαυτό του.
Στο δεύτερο κεφάλαιο «Η σκέψη ως ηθική πράξη: Ηθικές διαστάσεις της ανθρωπολογικής επιτόπιας έρευνας στα νέα κράτη», ο συγγραφέας αρχίζει από το έργο του Ντιούι, μετά τον οποίο είναι πλέον δύσκολο να αντιμετωπιστεί η σκέψη ως αποχή από τη δράση, φέρνοντας τέλος στο πρότυπο του διανοούμενου ως εκκοσμικευμένου αναχωρητή. Η σκέψη βγαίνει έξω, στο δημόσιο σύμπαν, εκεί όπου μπορεί να την αναλάβει η ηθική κρίση. Η ποικιλία της ηθικής εμπειρίας βρίσκεται στο στόχαστρο μιας λεπτομερούς ανασκόπησης της κοινωνικής επιστημονικής έρευνας.
Στο τρίτο κεφάλαιο, «Αντι-αντισχετικισμός», ο συγγραφέας, χωρίς να έχει πρόθεση να υπερασπιστεί το σχετικισμό, επιτίθεται στον αντισχετικισμό, που, με τη διπλή άρνηση που εμπεριέχει, επιτρέπει σε κάποιον να απορρίψει κάτι, χωρίς όμως να δεσμευτεί στη θέση, την οποία εκείνο απορρίπτει.
Τα ανθρωπολογικά δεδομένα: τα έθιμα, τα κρανία, τα κατώφλια διαβίωσης και τα λεξιλόγια και όχι η ίδια η ανθρωπολογική θεωρία αποτέλεσαν το συντριπτικό επιχείρημα εναντίον της θεώρησης μιας απόλυτης ισχύος στο στοχασμό, στην ηθική και στις αισθητικές αποφάνσεις.
Στο τέταρτο κεφάλαιο, «Οι Χρήσεις της Ποικιλομορφίας», απασχολεί τον Γκηρτζ η πλατιά ποικιλία των τρόπων με τους οποίους έχουν προσπαθήσει να ζήσουν οι άνδρες και οι γυναίκες ανά τους αιώνες, και η οποία στο σύγχρονο κόσμο εμφανίζει φαινόμενα απάλυνσης και αποχρωματισμού με σχετικά γρήγορους ρυθμούς. Η πολιτισμική αντίθεση αμβλύνεται και απαιτείται από τους ανθρωπολόγους να αξιολογούν πιο λεπτές διαφορές.
Κάνει αναφορά στον Λεβί-Στρως και τον εθνοκεντρισμό του («Φυλή και πολιτισμός»). Η προσήλωση των ανθρώπων σε ένα ορισμένο σύνολο αξιών τούς οδηγεί αναπόφευκτα να δείχνουν μικρή ή καθόλου ευαισθησία σε διαφορετικές αξίες άλλων ανθρώπων. «Είναι απόλυτα αποδεκτό το κάθε εθνοτικό σύνολο να τοποθετεί τις αξίες του πάνω από όλα τα υπόλοιπα ή να νιώθει ελάχιστη έλξη για άλλες αξίες». Το γεγονός αυτό συγκροτεί μια «συγκριτική έλλειψη της ικανότητας για επικοινωνία». Δεν δίνει όμως σε κανέναν το δικαίωμα να καταπιέζει ή να επιχειρεί να καταστρέψει αξίες που απορρίπτονται από το σύνολο στο οποίο ανήκει. Κάθε πολιτισμός γνωρίζει την ύπαρξη των άλλων, πολλές φορές δανείζεται στοιχεία από τους άλλους, επιβάλλεται όμως, για λόγους επιβίωσης, να διατηρεί σε ορισμένα σημεία τη στεγανότητά του.
Στο πέμπτο κεφάλαιο, «Η Κατάσταση των Πραγμάτων», ο Γκηρζ μας μιλά για τη διαρκή κρίση ταυτότητας της ανθρωπολογίας, την κατάτμησή της σε πολλούς επιμέρους τομείς, σε συνάρτηση με πρόσφατες εξελίξεις στη γενετική, τη νευρολογία και την ηθολογία των ζωικών ειδών, την εμφάνιση της γενετικής γραμματικής κ.ά.
Στο έκτο κεφάλαιο «Η παράξενη αποξένωση: Ο Τσαρλς Τέηλορ και οι φυσικές επιστήμες», ασχολείται με την λεγόμενη «φυσιοκρατική κοσμοθεώρηση», δηλαδή τη μελέτη του ανθρώπου στο πρότυπο των φυσικών επιστημών, που έχει παρεισφρήσει σχεδόν παντού στις ανθρωπιστικές επιστήμες.
Η ετεροβαρής ανάπτυξη των τεχνολογικών επιστημών σε βάρος των παραδοσιακών τείνουν να καταστρέψουν τον διακριτό χαρακτήρα των τελευταίων.
Τελικά, κατά τη γνώμη του, η ιδέα μιας «κοινωνικής φυσικής» μοιάζει με ιδιόρρυθμη φαντασίωση του παλιού καιρού.
Στο έβδομο κεφάλαιο, «Η κληρονομιά του Τόμας Κουν: Το σωστό κείμενο στη σωστή στιγμή», ασχολείται με τη Δομή (1962) του Τόμας Κουν και το τεράστιο αντίκτυπο που είχε, αρχίζοντας από τους μοριακούς φυσικούς και τους φιλοσόφους και φτάνοντας μέχρι τους κοινωνιολόγους, τους ιστορικούς, τους κριτικούς λογοτεχνίας κ.οκ. Ο Κουν κατάφερε με τη Δομή του να διασχίσει το σύνορο που χώριζε την επιστήμη ως μορφή διανοητικής δραστηριότητας, ως τρόπο γνώσης, από την επιστήμη ως κοινωνικό φαινόμενο, ως τρόπο δράσης.
Στο όγδοο κεφάλαιο, «Το Κεντρί του Πεπρωμένου: Η Θρησκεία ως εμπειρία, νόημα, ταυτότητα, εξουσία», ο συγγραφέας παίρνει ως αφορμή τις «Παραλλαγές της θρησκευτικής εμπειρίας» του Γουίλιαμ Τζέημς, για να μας επισημάνει ότι τώρα πλέον βλέπουμε τη θρησκεία με όρους διαφορετικούς από τον Τζέημς. Ο τρόπος που προσεγγίζουμε τη θρησκεία στους καιρούς μας είναι λιγότερο ιδιωτικός, λιγότερο υποκειμενικός, αποτελεί λιγότερο μια βαθιά βιωμένη «κατάσταση πίστης», που αντιστέκεται επίμονα στα διευρυνόμενα αιτήματα δημόσιας ζωής.
Η φράση «θρησκευτική διαμάχη» τείνει να μην αναφέρεται πια στην προσωπική μάχη με εσωτερικούς δαίμονες και πάθη, αλλά σε πεπραγμένα στον ανοιχτό αέρα της δημόσιας ζωής.
Το ένατο κεφάλαιο, «Αποσταθεροποιητική Πράξη: Η Πολιτισμική Ψυχολογία του Τζερομ Μπρούνερ», αποτελεί μια βαθιά προσέγγιση στο έργο του Μπρούνερ και στις προεκτάσεις του στη σύγχρονη σκέψη.
Εκείνο που φέρνει τη νόηση στο επίκεντρο είναι κατά τον Μπρούνερ ο πολιτισμός -«ο τρόπος ζωής και σκέψης που οικοδομούμε, διαπραγματευόμαστε, θεσμοποιούμε και τελικά καταλήγουμε να τον ονομάσουμε "πραγματικότητα" για να ανακουφιστούμε». Η αφήγηση ιστοριών για τον εαυτό μας και για τους άλλους στον εαυτό μας και στους άλλους συνιστά «τον πιο φυσικό και έναν από τους πρώτους τρόπους με τους οποίους οργανώνουμε την εμπειρία και τη γνώση μας. Οι διηγήσεις είναι εργαλεία, όργανα της νόησης που εκπροσωπούν την παραγωγή νοήματος. Αντιμετωπίζουμε τον κόσμο ως πεδίο διαφορών, με τις διαφορετικές εννοιολογήσεις της πραγματικότητας που είναι αναπόφευκτες σε κάθε διαφοροποιημένη κοινωνία».
Στο δέκατο κεφάλαιο. «Πολιτισμός, Νόηση, Εγκέφαλος . Εγκέφαλος, Νόηση, Πολιτισμός», ο Γκηρτζ πραγματεύεται το διττό ερώτημα για τη νοητική φύση του πολιτισμού και την πολιτισμική φύση της νόησης, από την πλευρά της ανθρωπολογίας.
Αφότου ο Βιτγκενστάιν κατατρόπωσε την ιδέα για την ύπαρξη ιδιωτικής γλώσσας και κατόπιν τη συνακόλουθη ένταξη της ομιλίας και του νοήματος στο κοινωνικό πλαίσιο, δεν μοιάζει πια προφανής και αδιαμφισβήτητη κοινή λογική το να τοποθετούνται η νόηση μέσα στο κεφάλι και ο πολιτισμός από έξω. Το πρόσφατο έργο στον τομέα που ονομάζεται «πολιτισμική ψυχολογία» συνίσταται κυρίως στο να εγκαταλειφθεί η ιδέα ότι ο εγκέφαλος του νοήμονος ανθρώπου είναι ικανός να λειτουργήσει αυτόνομα, ότι μπορεί να εργαστεί αποτελεσματικά, ή έστω και να εργαστεί απλώς, ως ενδογενώς καθοδηγούμενο και ανεξάρτητο από πλαίσια αναφοράς σύστημα. Ο εγκέφαλος και ο πολιτισμός εξελίχθηκαν από κοινού, αλληλεξαρτώμενοι αμοιβαία για την καθαυτό πραγματοποίηση τους. Συγκροτούνται και οικοδομούνται αμοιβαία και πρέπει να αντιμετωπιστούν ως αυτά που είναι - ως συμπληρωματικά στοιχεία κι όχι ως ξεχωριστά επίπεδα, ως όψεις κι όχι ως οντότητες, ως τοπία κι όχι ως επικράτειες.
Στο ενδέκατο και τελευταίο κεφάλαιο, «Ο κόσμος σε κομμάτια: Πολιτισμός και Πολιτική στο τέλος του εικοστού αιώνα», ο συγγραφέας παρουσιάζει την άποψη ότι η πολιτική θεωρία στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια συγκεκριμένη αντίδραση στις εκάστοτε περιστάσεις, καθοδηγείται από τις απαιτήσεις τις στιγμής, των καιρών, επιμέρους τοπικές, κοντινές περιπλοκές, πιέσεις.
Αναγνωρίζεται πλέον καθολικά ότι ο πολιτικός ιδεαλισμός του Πλάτωνα ή ο πολιτικός ηθικισμός του Αριστοτέλη σχετίζονταν στενά με τις αντιδράσεις τους απέναντι στις περιπέτειες των αρχαιοελληνικών πόλεων-κρατών, ότι ο ρεαλισμός του Μακιαβέλι είχε σχέση με την ανάμειξη του στους χειρισμούς των ηγεμονιών της αναγέννησης, φτάνοντας μέχρι τις μέρες μας, που η σχέση με το περιβάλλον γίγνεσθαι προσδιορίζει και επαναπροσδιορίζει την πολιτική θεώρηση με χαοτικό και ανακόλουθο τρόπο.
Ο κόσμος με τις καθορισμένες δυνάμεις και τους αντιμαχόμενους συνασπισμούς δεν υπάρχει πια. Δεν είναι ξεκάθαρο ούτε το τι τον αντικατέστησε ούτε το πώς θα πρέπει ν’ αρχίσουμε να σκεφτόμαστε γι' αυτό. Ανάμεσα στους λαούς αναδύεται ένας τύπος σχέσεων πιο πλουραλιστικός, η μορφή του όμως παραμένει ακαθόριστη και θρυμματισμένη.


Βιογραφικό Σημείωμα
Ο Κλίφορντ Γκηρτζ γεννήθηκε το 1926 στο Σαν Φρανσίσκο. Σπούδασε φιλολογία και φιλοσοφία στο Antioch College και ανθρωπολογία στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Πραγματοποίησε εκτεταμένες εθνογραφικές έρευνες στις ΗΠΑ, στη Νοτιοανατολική Ασία και στη Βόρεια Αφρική. Διετέλεσε καθηγητής στα πανεπιστήμια του Χάρβαρντ, της Καλιφόρνιας, του Σικάγο, της Οξφόρδης και του Πρίνστον, στο Institute for Advanced Study του οποίου παρέμεινε μέχρι το θάνατό του το 2006.

Δημήτρης Παλάζης, 08/07/2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου