Τετάρτη 25 Αυγούστου 2010

Λευτέρης Πούλιος, Ποιήματα - Επιλογή 1969-1978, εκδ. Κέδρος


Στη συγκεντρωτική έκδοση Ποιήματα Επιλογές 1969-1978 του Λευτέρη Πούλιου(1944) περιλαμβάνονται τέσσερις ποιητικές ενότητες που έχουν εκδοθεί παλαιότερα: Ποίηση 1 (1969), Ποίηση 2 (1973), O γυμνός ομιλητής (1977) και Το αλληγορικό σχολείο (1978).
Κατά κύριο λόγο ποιητής της γενιάς του ’70 με παρούσα την πολιτική διάσταση του ποιητικού του λόγου, την ζωντανή και ενεργητική συνειδησιακή συμμετοχή στα τεκταινόμενα της εποχής του που φέρνει στο νου τη γενιά των μπιτ.
Ο λόγος του αντιστέκεται στην ισοπέδωση των αξιών, με την ορμή του δημιουργικού πνεύματος. Είναι καταγγελτικός ,με επαναστατική διάθεση ανατροπής των κατεστημένων και των μηχανισμών τους που μαστίζουν τη χώρα, εμποδίζοντας κάθε υγιή προσπάθεια αντίδρασης, την οποία εξουδετερώνουν με μια ύπουλη διαδικασία οικειοποίησης. Βιώνει επώδυνα ό,τι βιώνουν και οι συνάνθρωποί του, τις απάνθρωπες συνθήκες ζωής στη σύγχρονη καπιταλιστικής κοινωνία, την αλλοτρίωση, το οικιστικό αλαλούμ της μεγαλούπολης και τα οικολογικά προβλήματα, τη μοναξιά και τον εξοβελισμό των αισθημάτων, η μισερή δικαιοσύνη, η εμπορευματικοποίηση όλων εν τέλει. Για τον Λευτέρη Πούλιο η κοινωνία που ανέχεται ή φοβάται έχει μερίδιο ευθύνης, όπως και οι πρωτεργάτες της αλλοτρίωσης. Κι ο ίδιος ο Θεός έχει ευθύνη όσο δείχνει πως παραμένει αμέτοχος.

Εμφανίζεται στην αρχή με εκτενή ποιήματα, νεανική ζωντάνια, ρητορική διάθεση, επική ανάπτυξη με έντονο το δραματικό στοιχείο. Η ‘ηλετροφόρα’ έμπνευσή του μέσα από μια κατάσταση μέθης και παροξυσμού κατευθύνει ενορατικά τις σκέψεις του προς τα μεγάλα σύγχρονα προβλήματα, τις αλλαγές που συντελούνται, ανοίγοντας το χωνί της γραφής του και στον ευρύτερο κόσμο. Ύφος απελπισμένο, αλλά και φιλεύσπλαχνο, πόθος μεγάλος να μοιραστεί, να επικοινωνήσει, να άρει τη μοναξιά. Μαζί με τους νέους της εποχής του θέλει ν’ απομακρυνθεί απ’ την ψευδεπίγραφη κοινωνία, τη συμβιβασμένη και πληκτική. Να δώσει ένα νέο όνομα κι ένα νέο όραμα στα πράγματα.
Ο Λευτέρης Πούλιος πιστεύει στον ενορατικό και λυτρωτικό ρόλο της ποίησης. Ο ποιητικός σπαραγμός του είναι ένα εκρηκτικό μίγμα προσδοκίας και άρνησης, μια βίαια άρνηση που προκύπτει από την επίγνωση της ανθρώπινης πορείας απανθρώπισης και αναπέμπει σε μια σφοδρή προσδοκία αγνότητας και μυσταγωγικής αγάπης.

Με Το αλληγορικό σχολείο αρχίζει ήδη εμφανίζεται μια στροφή στη γραφή του, μια εσωτερική αναδίπλωση στο προσωπικό είναι, που θα γίνει περισσότερο έκδηλη στις συλλογές που θα ακολουθήσουν. Ο λόγος αποκτά περισσότερη αποσπασματικότητα, ο ρητορικός τόνος πέφτει και η έκταση των ποιημάτων μικραίνει.

ΑΣΜΑ (Ποίηση 1)

Η μηχανή σπάει τις πέτρες σαν κόκαλα μικρού παιδιού
κάποτε συντρίβει τα χέρια του χειριστή πάντοτε
ακολουθεί ένα νόμο.
ο τραγουδιστής Ντύλαν που είχε μια κιθάρα και μια καλύβα
στον Αμαζόνιο έφτυνε στο ποτάμι ακολουθώντας δικό του νόμο
για να χωθεί στα γρανάζια της μηχανής
απ’ την καλύβα και το ποτάμι.
άνοιξε
μία
τρύπα και βούλιαξε μαζί με την κιθάρα
στον Αμαζόνιο ουρλιάζοντας ένα σκοπό αψηφώντας
στα φρεναρίσματα της μηχανής στην αγκαλιά
της πόρνης εκμετάλλευσης
κατέληξε
νικημένος
πια.
το μηχάνημα εξαπέλυσε ένα βλήμα στη σελήνη
αν και θα διαγείρει τις συνειδήσεις των νεκρών.
ο Ντύλαν μπροστά στο χωνί μασούσε χαλίκια
σαν υποταχτικό σκυλί.
γύρω του έσπαγε η κραυγή η πρωτινή του
πάνω σε τζάμια σε γρανάζια σε μάνατζερς
όχι σαν κραυγή που αδυνατεί να τρυπήσει ένα τύμπανο
ή ένα τζάμι, μα σαν οργανισμός από νερό
που πνίγεται στο νερό,
ήρεμα
οργισμένα
και γίνεται ψάρι.
αυτό το χρονικό μιας καλύβας
το ποτάμι ακολουθώντας τον νόμο του το χρήμα σαρώνοντας
τις θελήσεις, μια κοπέλα με παίδευε χθες όλη νύχτα
χτίζαμε έναν πύργο με χάδια το πρωί μας τον γκρέμισαν
ίσως να μην την ξαναδώ, πού θα πάω αλήθεια;
ο Θεός με παιδεύει
ξεκινώντας από ένα σύννεφο κοπριάς μέχρι
το μπρούντζινο άγαλμα του ήρωα
το μυαλό μου είναι θολό από χιλιάδες σαλιγκάρια
κι η παλάμη μου μια εξέδρα καθώς
ταξιδεύει για την Αφροδίτη
ω να ’ξερα να σου μίλαγα, χρόνε,
με διφορούμενα πέδιλα αγώνων σκοτώνοντας νόμους
συμβιβασμούς παραδόσεις ακολουθώντας τον δικό μου νόμο
μα τότε δεν θ’ άξιζα όσο μια μηχανή;

Δημήτρης Παλάζης, 28/06/2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου